31 Μαΐου 2017

Τι είπαν οι Ευρωβουλευτές για την κατάσταση των προσφύγων


Διαβάστε εδώ την επίσημη ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Η αποστολή εργασίας της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βρέθηκε στην Ελλάδα στις 22-25 Μαΐου 2017. Η αποστολή επισκέφθηκε καταυλισμούς στην Αθήνα (Σχιστό, Σκαραμαγκάς), το κέντρο πρώτης υποδοχής (hotspot) στην Κω και στη Λέσβο, την ανοιχτή εγκατάσταση υποδοχής του Καρά Τεπέ, ξενώνες ασυνόδευτων ανηλίκων, και διαμερίσματα όπου διαμένουν οικογένειες και ευπαθή άτομα. Ωστόσο, δεν κατάφερε να επισκεφθεί τις εγκαταστάσεις του Ελληνικού που ήταν μέρος του προγράμματος της αντιπροσωπίας, καθώς οι ελληνικές αρχές προέβαλαν ζητήματα ασφαλείας στο πλαίσιο της επικείμενης εκκένωσης του καταυλισμού.


Ο Υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας οργάνωσε τη μεταφορά της αντιπροσωπείας στην Κω και  τη Λέσβο και τη συνόδευσε κατά την διάρκεια της επίσκεψής της στα κέντρα πρώτης υποδοχής (hotspots). H αποστολή είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις με τον Υπουργό, γεγονός που επέτρεψε στους ευρωβουλευτές να αντιληφθούν καλύτερα τις καθημερινές δυσκολίες διαχείρισης που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές αρχές, κυρίως μετά τη θέση σε ισχύ της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Η αποστολή ήρθε σε άμεση επαφή με πολλούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων οργανισμών της ΕΕ, διεθνών οργανισμών, ΜΚΟ, αιτούντων άσυλο καθώς και εθνικών αρχών, όπως η Υπηρεσία Ασύλου, η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής, και η Ελληνική Αστυνομία, κερδίζοντας έτσι μια βαθύτερη κατανόηση της κατάστασης.

Οι ευρωβουλευτές παρατήρησαν συγκεκριμένα ότι:

Οι συνθήκες υποδοχής στις επισκεφθείσες εγκαταστάσεις και στα κέντρα πρώτης υποδοχής έχουν υποστεί βελτίωση τους τελευταίους μήνες, ωστόσο παραμένουν ανησυχίες ως προς τις συνθήκες στους καταυλισμούς.
Έχουν πραγματοποιηθεί ειλικρινείς προσπάθειες για να ενισχυθεί το δυναμικό της Υπηρεσίας Ασύλου, μεταξύ άλλων και με την υποστήριξη της EASO, προκειμένου να διεκπεραιώνονται οι αιτήσεις, όμως για διάφορους λόγους, και ιδίως για να εξασφαλιστεί ο σεβασμός των διεθνών προδιαγραφών, μεγάλος αριθμός αιτούντων πρέπει να περιμένουν πολύ μέχρι να ενημερωθούν για το μέλλον τους, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα που είναι πιο έντονα στα νησιά.
Το ζήτημα της επιστροφής των ατόμων τα οποία δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας έχει γίνει πιο έντονο, ενώ οι μεταναστευτικές ροές έχουν αλλάξει κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους.
Οι μεταβολές στο νομικό πλαίσιο και τις πρακτικές υλοποίησής του καθιστούν πιο περίπλοκο για εμπλεκόμενους παράγοντες και τους αιτούντες άσυλο να ενημερώνονται με ακρίβεια και να λαμβάνουν νομική συμβουλή, δεδομένης και της περιορισμένης διαθεσιμότητας της νομικής αρωγής.
Η αναγνώριση της ευαλωτότητας κατά την υποδοχή, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, αλλά και αργότερα, είναι απαραίτητη και θα μπορούσε να συστηματοποιηθεί περαιτέρω.
Η κράτηση, συμπεριλαμβανόμενης της κράτησης ενόψει εκούσιων επιστροφών, θα πρέπει να επιβάλλεται μόνο κατά περίπτωση, ως έσχατο μέτρο, και να υποβάλλεται σε ανεξάρτητη εποπτεία.
Η σημασία της συνεχούς και βιώσιμης χρηματοδότησης, ιδίως από την ΕΕ, δεν μπορεί να τονιστεί αρκετά, ενώ ο φόβος για διακοπή της τρέχουσας έκτακτης χρηματοδότησης έχει ήδη αρνητικές συνέπειες επί τόπου, ιδίως στα νησιά.
Ενώ αναγνωρίζεται ότι εξασφαλίζεται η ένταξη των παιδιών στο εκπαιδευτικό σύστημα στην ενδοχώρα, η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική στα νησιά όπου τα παιδιά πρέπει να περιμένουν πολύ καιρό, μαζί με τους γονείς τους, πριν μπορέσουν να οικοδομήσουν ένα μέλλον. Οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται από ΜΚΟ δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την επίσημη εκπαίδευση.


Οι παρατηρήσεις και οι ανταλλαγές με όλους τους ενδιαφερόμενους μας οδηγούν στις ακόλουθες συστάσεις:

Πρέπει να γίνει πλήρης χρήση των ευρωπαϊκών κονδυλίων για ενταξιακούς σκοπούς ώστε οι αιτούντες άσυλου, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες να έχουν την ευκαιρία να αποτελέσουν μέλη μιας κοινωνίας που τους καλωσορίζει και να γίνουν αποδεκτοί από τον τοπικό πληθυσμό.
Πρέπει να επιταχυνθεί η αναγνώριση των οικογενειακών δεσμών και της οικογενειακής επανένωσης στο πλαίσιο των διαδικασιών του Δουβλίνου και πρέπει όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να συνεργαστούν για το σκοπό αυτό.
Η μετεγκατάσταση πρέπει να επιταχυνθεί, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κληθούν επειγόντως να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου και όλοι οι επιλέξιμοι υποψήφιοι που είναι παρόντες στην Ελλάδα, για τους οποίους οι ελληνικές αρχές έχουν επιτελέσει το κομμάτι της διαδικασίας που τους αναλογεί (12.000 μέχρι σήμερα), να μετεγκατασταθούν, ακόμη και μετά τις 26 Σεπτεμβρίου 2017, όπως υπενθυμίζεται και σε πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καλεί στην "Υλοποίηση της μετεγκατάστασης".
Οι άνθρωποι στην Ελλάδα, και ιδίως στα νησιά, επιδεικνύουν την αλληλεγγύη τους και συμβάλλουν σημαντικά στην υποδοχή των νεοεισερχομένων στην ΕΕ. Αξίζουν λοιπόν κι αυτοί με τη σειρά τους την αλληλεγγύη της ΕΕ.

Οι θέσεις της πλειοψηφίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στηρίζουν την αλληλεγγύη και τη δίκαιη κατανομή ευθυνών και ζητούν την επέκταση των αποφάσεων μετεγκατάστασης του Σεπτεμβρίου 2015 έως την έγκριση του αναδιατυπωμένου κανονισμού του Δουβλίνου.