20 Μαρτίου 2017

Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ ΜΕΡΚΕΛ ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΕΙ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΟ ΝΑΤΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΕ.


Του Στέλιου Φενέκου
Υποναυάρχου ε.α

Το μέλλον της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο καθορίστηκε στην ουσία από την Διάσκεψη της Γιάλτας, η οποία πραγματοποιήθηκε στο μέγαρο της Livadia που βρίσκεται κοντά στην πόλη της Γιάλτας. Τα θέματα που διαπραγματεύτηκαν οι "Τρεις Μεγάλοι" (ΗΠΑ, Ρωσία, Αγγλία), αφορούσαν την μεταπολεμική πολιτική που θα ακολουθούσαν σχετικά με τις χώρες που είχε καταλάβει η Ναζιστική Γερμανία αλλά και με την τύχη των χωρών που είχαν συμμαχήσει με αυτήν. Σε αυτήν τη διάσκεψη αποφασίστηκε και η εκμηδένιση του γερμανικού μιλιταρισμού, ώστε να μην μπορέσει ξανά η Γερμανία να απειλήσει την
παγκόσμια ειρήνη.
Στην συνέχεια και μέχρι τις μέρες μας τα περισσότερα από αυτά που είχαν συμφωνηθεί αναιρέθηκαν de facto και η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, η ΕΕ και η κατάρρευση της ΕΣΣΔ έδωσαν την ευκαιρία στην Γερμανία να ανακάμψει και να αποδεσμευθεί από τους περιορισμούς που είχαν τεθεί με την Διάσκεψη της Γιάλτας.
Σήμερα, η Γερμανία ως de facto ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης διεκδικεί να διαχειριστεί το μέλλον της ΕΕ αλλά και το δικό της παγκόσμιο status, σε ένα νέο κύκλο συναντήσεων και συμφωνιών με τον νέο ηγέτη των ΗΠΑ, ο οποίος επιχειρεί να ανακτήσει ξεκάθαρα την οικονομική κυριαρχία των ΗΠΑ και τον παγκόσμιο ρόλο τους με όρους ισχύος.
Αναγκαστικά συνεπώς μπαίνουν στο τραπέζι όλα τα υπολείμματα των παλαιών αυτών συμφωνιών, που είναι η πλήρης αποδέσμευση στην πράξη της Γερμανίας από κάθε περιορισμό στους αμυντικούς εξοπλισμούς, η ενίσχυση του ρόλου της στην αμυντική συμμαχία του ΝΑΤΟ και κατ’ αποτέλεσμα και της στρατιωτικής της ισχύος, και το μοίρασμα της τράπουλας στα ζητήματα οικονομικών σχέσεων και ισορροπιών στην Ευρώπη και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες για τις ΗΠΑ παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον για την στρατηγική ελέγχου της Ρωσίας.
Προσφυγικό, διατλαντικό εμπόριο, οικονομικές σχέσεις, ΝΑΤΟ, Ρωσία, Ουκρανία και Αφγανιστάν ήταν μερικά από τα κεντρικά ζητήματα επί των οποίων συζήτησαν (φανερά), Τραμπ και Μέρκελ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος υπογράμμισε στην καγκελάριο την "ισχυρή υποστήριξή του" στο ΝΑΤΟ, αναβαθμίζοντας τον ρόλο του. Επίσης πίεσε την Μέρκελ να αυξήσει τις δαπάνες για το ΝΑΤΟ και έστειλε μήνυμα σε όλες τις συμμαχικές χώρες να πληρώνουν το μέρος που τους αναλογεί για την άμυνα της Συμμαχίας.
Αυτό υποδηλώνει τρία σημαντικότατα πράγματα:
1. Το ΝΑΤΟ θα αναλάβει ρόλους προς όφελος της Αμερικανικής επιβολής της θέλησης της και σε περιοχές πέραν της περιοχής ευθύνης του και τις οποίες ήδη έχει εντάξει ως πιθανές περιοχές παρεμβάσεων, με αναφορές που έχουν ήδη γίνει στα στρατηγικά κείμενα της συμμαχίας και τα οποία έχουν εγκριθεί από όλες τις χώρες.
2. Το ΝΑΤΟ θα συνεχίσει να ελέγχει την Ρωσία και τις συμμαχίες της.
3. Το ΝΑΤΟ θα είναι έμμεσα ο ελεγκτικός μηχανισμός της ΕΕ αλλά και της στρατιωτικής επεκτατικότητας της Γερμανίας. Καλύτερα η Γερμανία να είναι ισχυρή και σύμμαχος εντός του ΝΑΤΟ, το οποίο είναι αναγκαίο για να χειραγωγεί και την Ευρώπη (ιδιαίτερα μετά το ΒΡΕΧΙΤ), παρά να αποδυναμωθεί το ΝΑΤΟ και να αφεθούν η ΕΕ και Γερμανία σε αυτόνομη πορεία.
Οι προθέσεις του αποκαλύφθηκαν επίσης και με την δήλωσή του για την εξάλειψη του ISIS (έτσι το απεκάλεσε). Είναι προφανής η πρόθεσή του να δράσει συνεργατικά στην περιοχή αυτή και για αυτό επιδιώκει να αυξήσει τις εκστρατευτικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ και προβολής ισχύος του. Αυτό φυσικά έχει τον κίνδυνο της εμπλοκής με την Ρωσία και απαιτεί εξαιρετικούς διπλωματικούς χειρισμούς, αλλά δεν φαίνεται να ορρωδεί μπροστά στα ζητήματα αυτά.
Υπογράμμισε επίσης ότι είναι αναγκαίο να εξευρεθεί μια "ειρηνική" λύση στην κρίση της Ουκρανίας, γεγονός που υποδηλώνει έναν νέο κύκλο συζητήσεων και διαπραγματεύσεων κρυφών και φανερών για τις ζώνες επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη με την Ρωσία και την Γερμανία. Συζήτησαν επίσης και τον εγκλωβισμό τους στην αποστολή στο Αφγανιστάν, που είναι πολύ επώδυνη οικονομικά χωρίς τα καλύτερα αποτελέσματα και για τους δύο.
Όσον αφορά τις οικονομικές σχέσεις ο Τραμπ δήλωσε ότι "δεν πιστεύει στον απομονωτισμό", αλλά ότι είναι υποστηρικτής ενός "δίκαιου" εμπορίου, που φανερώνει την έναρξη συζητήσεων για το πώς θα μοιρασθεί η πίτα προς όφελος των δύο χωρών. Αν και η Μέρκελ προσπάθησε να δείξει ότι μιλάει εκ μέρους της ΕΕ προς στιγμήν, ήταν φανερό ότι συζητούν για τα συμφέροντα των χωρών τους και ότι η ΕΕ είναι εργαλείο για να εξυπηρετηθούν αυτά.
Αναμενόμενο στη συνέχεια είναι και μία συνάντηση σύντομα με τον Ολάντ (ή τον νέο πρόεδρο της Γαλλίας), για να ισχυροποιήσει τις σχέσεις με τη Γαλλία ως αντίβαρο στην Γερμανική ισχύ εντός της ΕΕ.
Και φυσικά αναμενόμενη είναι η αντίδραση της Ρωσίας γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά στις ενέργειες αυτές του Τραμπ, καθώς επίσης και της Τουρκίας η οποία με όχημα τον ισλαμισμό επιχειρεί να ενισχύσει τον ρόλο και να διευρύνει τα ερείσματά της στην ευρύτερη περιοχή.
Η Ελλάδα σε αυτές τις κρίσιμες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές εξελίξεις, βρίσκεται χωρίς εθνική στρατηγική και με μία κυβέρνηση επαμφοτερίζουσα στο εσωτερικό της αλλά κυρίως στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Είναι ολοφάνερη η αδυναμία της για να μπορέσει να εκμεταλλευθεί τις αλλαγές αυτές και να υποστηρίξει με ευστροφία και αποτελεσματικότητα τα συμφέροντα της χώρας.